Wednesday, June 20

Η πασχαλίτσα

Σε τρεις στιγμές, γοργά γοργά, σκαρφάλωσε στο αυτί μου και μέσ'στην σκέψη κατασκήνωσε με θράσος. Στριμωγμένη, άνοιξε τα φτερά της για να κάνει λίγο χώρο. Ξαφνικά χρώματα, φτερούγες και αρώματα να σπρώχνουν τα όνειρά μου και να τα καταπατούν βίαια μα στοργικά συνάμα. Και γω δεν βλέπω πια τίποτα, μόνο χρώματα θαμπά πίσω από τα μάτια μου να εξερευνούν το σκονισμένο χάος εκεί στο βάθος. Να δανειζόμουν για μια στιγμή αυτά της τα φτερά, να δω και γω!

Κι αυτή από εκεί μέσα πια δεν το κουνάει ρούπι, μα όλο φτερουγίζει και απολαμβάνει την καινούργια της φωλιά. Σαν να την ακούω να γελάει.. Λες να κατάλαβε; Μάλλον ξέρει κάτι που δεν ξέρω..

Tuesday, June 19

Με κάθε άνθρωπο που πεθαίνει, πεθαίνει ένας ολόκληρος κόσμος

μικρό καλοκαιρινό κουίζ

Ε, χμ, συγγνώμη δεσποινίς!

μικρό κουίζ: ποιο είναι το μοναδικό πράγμα που παράγει πάντα ο άνθρωπος, ακόμα και όταν δεν εκτελεί καμία λειτουργία νοητική ή σωματική (ιδιαίτερα τότε);

μικρή αλήθεια: χμμ, το μοναδικό πράγμα που παράγει πάντα ο άνθρωπος είναι τα..σκατά...

μεγάλο πρόβλημα: και πώς θα σας φαινόταν ένας καλοφαγομένος χοντρός "κύριος" σαν και μας, καθιστός αντικρυστά στην τεράστια τηλεόρασή του, μασουλώντας βουλιμικά, προσπαθώντας να ξεχειλώσει το παντελόνι, να προσπαθεί να μας πέισει και να πειστεί ότι συγκινείται βλέποντας ένα ντοκυμαντέρ για την πείνα του κόσμου; Μήπως πρέπει να καταλάβουμε ότι ΧΟΝΤΡΥΝΑΜΕ ΠΟΛΥ ΜΑΛΑΚΕΣ;

Μα τι θα πει ότι όταν εγώ τρώω δύο πιάτα κάποιος δεν τρώει τίποτα; Για να σοβαρευτούμε λίγο, τι λογική είναι αυτή;;

~

Monday, June 11

Ράγες

σφυρίζει ένα αεράκι μα μπορώ το ακούσω μονάχα με το δέρμα μου. Στις ράγες πάνω του πουθενά βαδίζουμε με ωτοασπίδες και μάτια δεμένα.. Ούτε ξέρω ούτε θέλω να ξέρω, απλά πασχίζω να ισορροπήσω στη ράγα μου με τη βοήθεια του χεριού σου. Ξέρω μόνο ότι ακουμπάει κρύο μέταλλο στo δέρμα μου και γω πηγαίνω. Ποιος τις έβαλε τόσο μακριά τη μία από την άλλη;

σβήσε τον ήλιο και άφησε τα σύννεφα να κλάψουν για μια στιγμή, ελεγεία της απουσίας. Ακούμπησε την πλάτη σου στο θέλω μου, να ψηλαφήσω τις ατέλειες που σε κάνουν τόσο διαφορετική. Δάχτυλα τεντωμένα αιωρούνται πάνω από δέρμα που ανατριχιάζει απελπισμένα όσο μπορεί, προσπαθώντας να τα φτάσει. Πόσο μου αρέσει αυτή τους η πτήση. Κρυώνεις;

διαλύεται η ντροπή μες στο κρασί σαν χάπι αφροδισιακό, γίνεται σκόνη, ανακατεύεται και σβήνει. Ξυπνάνε οι άνθρωποι. Δυο δεκάδες πλεγμένα δάχτυλα παλεύουν ιδρωμένα. Δυο ζεστοί ψίθυροι τρυπώνουν στο αυτί μου κι ένα φιλί από καπνό φτιαγμένο με αποτελειώνει. Θέλω.. Δυο πόδια σφιχταγγαλιάζουν τη μέση μου και ταξιδεύουμε. Κλείσε τα μάτια, να δούμε πιο καθαρά.

Όχι άλλες λέξεις...

είδα το πιο περίεργο όνειρο.. ήμασταν λέει...
όνειρα σαν αυτό..

- για και από την Νεφελίνα

Monday, June 4

Στην πλώρη

Υπνωτισμένοι από της θάλασσας το ασημί, καθρέφτης στο φεγγάρι
ένα βοτάνι μας στοιχειώνει το μυαλό, σκέψεις και αισθήματα ξεθάβει απ'το αμπάρι
να 'ρθει η παλίρροια λησμονούμε, στον αφρό της να τα πάρει

μεις πιότερο ψηλώσαμε απ'όσο η μέση μας αντέχει να κρατήσει Καπετάνιο
κρεμάσαμε πολλά χρυσάφια και ρουμπίνια, βαραίνουν στον λαιμό απάνω
ξυλοπόδαρο ροκανισμένο πια δεν τα βαστάει, λυγίζει, πέφτει χάμω

σαν το κανόνι κούφια είν'η ζωή μας και βαριά
την πλώρη βάλε τώρα εσύ προς τα ανοιχτά
χάρτινο θησαυρό, την σωτηρία μας να πιούμε
κοίτα! κάτι σαλεύει μες στο πράσινο, στα άπατα βαθιά...

Saturday, June 2

- Τι ψιθυρίζεις;
- Φοβάμαι..
- Τι φοβάσαι; Τη μοναξιά; Το θάνατο; Τους ανθρώπους; Τον εαυτό σου;
- Την μετριότητα φοβάμαι και για αυτό την μισώ τόσο πολύ..

βαρύ, πολύ βαρύ

- Μου βαραίνεις την πλάτη
- Μα είμαι απλώς μια ανάλαφρη πεταλούδα, οποιαδήποτε στιγμή μπορώ να πετάξω
- Γι' αυτό μου τη βαραίνεις..
- Δεν σε βαραίνω εγώ, μα ο δικός σου φόβος. Αυτός κάνει αβάσταχτη στην πλάτη σου την δική μου ελαφρότητα. Αυτός θα με αναγκάσει να πετάξω. Διώξτον και άσε με να ξαποστάσω, κουράστηκα πια..

- ένα ευχαριστώ

Friday, June 1

Για την Αμαλία

Στο στίβο αυτόν που γεννηθήκαμε και ιδρώνουμε
εσύ ήρθες ξυπόλυτη και δίχως δικαιοσύνη
τριγύρω τρέχουν ακρωτηριασμένες οι ψυχές
το αίμα ο ένας του άλλου ψάχνει να πίνει

Έτρεξες όσο μπορούσες να κρυφτείς
μεσ'της μηλιάς τον ίσκιο να ανασάνεις
μα είναι που κοστίζει η αναπνοή
τόσο που δεν στην χάρισε κανείς

Και στο χαμό και στη σφαγή και στα τσιμέντα
βρήκες ψηλαφηστά μια σπιθαμή βρεγμένο χώμα
και γρήγορα εκεί φύτεψες τον σπόρο σου
που άνθισε και μύρισε όπως πρώτα

Καλό ταξίδι.. Δυστυχώς, αυτός είναι ο κανόνας κι όχι η εξαίρεση. Καλό ταξίδι..

http://fakellaki.blogspot.com/