μέσα στη γυάλα καθιστός χρόνια υπομένω
δυο μάτια ορθάνοιχτα κοιτάνε τη βροχή
κι όσα δεν μπόρεσαν αυτά να πουν ποτέ τους
σε μια στιγμή δύο σταγόνες τα ΄χουν πει
μία υδρόγειος από αρώματα γιομάτη
και γω για αυτήν ένας σακάτης κουρελής
τα ευωδιαστά τα άνθη της να ακουμπούσα θε μου
που αν υπήρχες θα ανακάτωνες τη γη
και αν τα μύριζες θα δάκρυζες και συ
σαν κόκκος άμμου σε μια θύελλα θυμάμαι
στροβιλιζόμουν δυο αιώνες μοναχός
κι είμαι μικρός, να 'ξερεις θέλω πώς φοβάμαι
τώρα την πτήση απολαμβάνω σιωπηλός
μία παλλόμενη χορδή και της ψυχής μου
η ισορροπία πάει να σπάσει ξαφνικά
και πριν το κρύο με ξεκουρδίσει πια τελείως
να την ακούσεις θέλω έστω μια φορά
δυο μάτια ορθάνοιχτα κοιτάνε τη βροχή
κι όσα δεν μπόρεσαν αυτά να πουν ποτέ τους
σε μια στιγμή δύο σταγόνες τα ΄χουν πει
μία υδρόγειος από αρώματα γιομάτη
και γω για αυτήν ένας σακάτης κουρελής
τα ευωδιαστά τα άνθη της να ακουμπούσα θε μου
που αν υπήρχες θα ανακάτωνες τη γη
και αν τα μύριζες θα δάκρυζες και συ
σαν κόκκος άμμου σε μια θύελλα θυμάμαι
στροβιλιζόμουν δυο αιώνες μοναχός
κι είμαι μικρός, να 'ξερεις θέλω πώς φοβάμαι
τώρα την πτήση απολαμβάνω σιωπηλός
μία παλλόμενη χορδή και της ψυχής μου
η ισορροπία πάει να σπάσει ξαφνικά
και πριν το κρύο με ξεκουρδίσει πια τελείως
να την ακούσεις θέλω έστω μια φορά