Wednesday, September 26

πτήση

μέσα στη γυάλα καθιστός χρόνια υπομένω
δυο μάτια ορθάνοιχτα κοιτάνε τη βροχή
κι όσα δεν μπόρεσαν αυτά να πουν ποτέ τους
σε μια στιγμή δύο σταγόνες τα ΄χουν πει

μία υδρόγειος από αρώματα γιομάτη
και γω για αυτήν ένας σακάτης κουρελής
τα ευωδιαστά τα άνθη της να ακουμπούσα θε μου
που αν υπήρχες θα ανακάτωνες τη γη
και αν τα μύριζες θα δάκρυζες και συ

σαν κόκκος άμμου σε μια θύελλα θυμάμαι
στροβιλιζόμουν δυο αιώνες μοναχός
κι είμαι μικρός, να 'ξερεις θέλω πώς φοβάμαι
τώρα την πτήση απολαμβάνω σιωπηλός

μία παλλόμενη χορδή και της ψυχής μου
η ισορροπία πάει να σπάσει ξαφνικά
και πριν το κρύο με ξεκουρδίσει πια τελείως
να την ακούσεις θέλω έστω μια φορά