Wednesday, April 2

μικρέ μου Τόσκα

αέναη ρόδα ποντικάκι
τρέχεις ως το πουθενά
γελαστό κι ευτυχισμένο
δίνει η άγνοια φτερά

κει μακάριο στο κλουβί σου
φτιάχνεις πλούσιο σπιτικό
κρέμει από άχυρα χτισμένο
σαν μεταίωρο στο κενό

τρέχεις και στριφογυρίζεις
έγνοιες, θέματα πολλά
πού να κρύψεις τα φουντούκια,
αν θα ξύσεις την ουρά

δυο παλάμες δρόμο βλέπεις
θαρρείς πως μακριά κοιτάς
βαθιά μέσα σου το ξέρεις
τον εαυτό σου ξεγελάς

πέντε κάγκελα στην πόρτα
σου 'χουν κλέψει τη ζωή
μα πιο ειλικρινά ας πούμε
εκεί τα έχτισες εσύ

για αυτό τρέχα ποντικάκι
χαμογέλα σκυθρωπό
κάνε κύκλους ποντικάκι
χωρίς φρένα στον γκρεμό

κι αν θα τύχει και ξυπνήσεις
ένα ωραίο πρωινό
μες στον πανικό θα τρέξεις
να γεμίσεις το κενό

για βγες λίγο απ'το κλουβί σου
δες τον ήλιο καθαρά
στο γαλάζιο του μανδύα
ξέγνοιαστη η ζωή πετά

σαν την δεις να σου γελάει
κάγκελα, κλουβιά πετάς
σαν και πρώτα βαθειά νιώθεις
προς τα εκεί πρέπει να πας

Αφιερωμένο σε όλους, γιατί είμαστε όλοι σαν ποντικάκια, σαν ψάρια. Γεννηθήκαμε μέσα σε ένα κλουβί, σε μία γυάλα και είμαστε σίγουροι ότι αυτός είναι όλος ο κόσμος και ότι είμαστε ελεύθεροι. Σκέψου πόσο γελοίο και χαζό θα μας φαίνεται αυτό αν και όταν, κολυμπώντας στην ανοιχτή θάλασσα, θα κοιτάζουμε απο μακριά αυτήν τη μικροσκοπική παλιά μας φυλακή, ολόκληρο τον παλιό μας κόσμο.
Θα καταφέρουμε άραγε ποτέ να αποδράσουμε εντελώς;