Friday, July 27

Δροσοσταλίδα του αύριο

κοίτα ψηλά! προβάλλει ο άμοιρος ο Χρόνος, κουρασμένος
για να προλάβει τους ανθρώπους τρέχει σαστισμένος
σε ένα κλουβί τον κλείδωσαν ξωπίσω, πάνε χρόνια
και αλλόφρονες από μακριά τον αποχαιρετούν με μένος

κι εσύ που διακαώς αναζητούσες μία σταγόνα ωκεανού
δροσοσταλίδα να χαϊδέψει το διψασμένο σου αυτό νου
δυο μαύρα έλατα κι ένα πηγάδι μαύρο την ελπίδα σου κατάπιαν
βροχή μου, ανήμπορη σ'αφήσανε, σωτηρία στερνή εσύ ενός ξερού νησιού

την εκκωφαντική σιωπή του χθες σταμάτα να σκαλίζεις
μπροστά στα αποκαϊδια μιας ανάμνησης δειλά τα δόντια τρίζεις
πώς ξέχασες; που σαν παιδί ανυπόμονα το αύριο έβαφες χθες
πού πήγε τόση ομορφιά που απλόχερα ήθελες να χαρίζεις;

βροχή μου άνοιξε τα μάτια σου και δες
μονάχη σου είσαι ακόμα στο τιμόνι, σήμερα κι αύριο, όπως και χθες
μην τον φοβάσαι τον γκρεμό, με μάτια ορθάνοιχτα,
κάτω κοιτώντας πήδα
και στο υπόσχομαι πως στο αύριο θα ξυπνήσεις
σε εκείνο το αύριο που δεν γνώρισες ποτές