Thursday, April 15

Ομολογώ!

Θέλω να δηλώσω επίσημα ότι ΑΠΑΙΤΩ απο τους -πάντα έτοιμους- άντρες της ΕΛ.ΑΣ την άμεση σύλληψή μου, καθώς ομολογώ οτι χθες το βράδυ έσκασα σε δημόσιο χώρο ένα μπαλόνι μετρίου διαμετρήματος (μπαλονοκτονία από πρόθεση). Το χρώμα του ήταν κίτρινο και ήταν ζωγραφισμένο σε δύο μεριές για μέγιστη απόλαυση. Η ισχυρότατη έκρηξη έγινε αντιληπτή σε ακτίνα περίπου 4.63 μέτρων, ενώ προκλήθηκαν σοβαρές ψυχολογικές βλάβες σε ένα φίλο που καθόταν δίπλα, όπως και σε μερικά περιστέρια τα οποία και διέφυγαν κουτσουλώντας βάναυσα το άγαλμα του δημάρχου. Αποποιούμαι της ευθύνης της φθοράς δημόσιας περιουσίας για το άγαλμα καθώς έχω μάρτυρα για τα περιστέρια. Τώρα, ναι, τώρα αμέσως μάλιστα θα πάρω τηλέφωνο να δώσω όλα τα στοιχεία μου καθώς και την ακριβή τοποθεσία μου και θα περιμένω εναγωνίως ειδικό κλιμάκιο της αντιτρομοκρατικής να με προσαγάγει.

Θα έχω τις πόρτες ανοιχτές και θα βάλω και χαρτάκι στο κουδούνι, μη χτυπήσετε στους γείτονες και θυμώσουν, μετά μπορεί να λένε όταν χρόνια τώρα με υποπτεύονται και με αντιπαθούνε γιατί τους λέω καλημέρα κάθε μέρα και τους θυμίζω ότι γερνάνε χωρίς να ζούνε. Σε περίπτωση που αποτύχουν οι λεβέντες της αντιτρομοκρατικής και ο ίδιος ο Δίας (καταλαβαίνω, άνθρωποι είναι και αυτοί-?- κάνουν (και) λάθη), θα παραδοθώ μόνος μου αύριο στην Δέλτα της γειτονιάς μου για να μην δημιουργηθεί φιάσκο, καθώς το έχετε ήδη ανακοινώσει, με παρακολουθείτε από τότε που είχα δαγκώσει από το παγωτό της Μαριγούλας στο νήπιο. Όχι πως θα αλλάξει κάτι με τόσα που γίνονται αλλά να δεν μου αρέσουν οι κακές οι γλώσσες. Ζητώ συγγνώμη προκαταβολικά από εσάς, προστάτες του πολίτη, δεν μου βρίσκονται χειροπέδες (έχω κάτι ροζ με γουνάκι αλλά δεν βαστάνε μία), όμως θα αυτοξυλοκοπηθώ και θα σκοντάψω καμιά δεκάρα φορές στην ζαρντινιέρα στο ισόγειο -σαν ταύρος σε ανθοπωλείο- για να σας διευκολύνω. Αν θέλετε μπορώ επίσης να βάλω λίγο μέικ-απ, να δείχνω μη-Έλληνας (μπορώ να φωνάζω και "βαρ-βαρ-βαρ") ώστε να κάνετε τις πασιφανείς σωστές συνδέσεις. Την φούσκα που έσκασε και το μεταναστευτικό εννοώ.

Θα με αναγνωρίσετε καθώς θα φοράω τα πράσινά μου σταράκια, την ρασταφάρι περούκα μου και θα κρατάω τσάντα με το σκουφάκι της κολύμβησης και τα κλειδιά με τα οποία έσκασα το μπαλόνι. Α, ναι, είμαι 15 χρονών, αλλά ξέρω, δεν σας κωλώνουν εσάς κάτι τέτοια, δεν μασάτε. Θα έχω ετοιμάσει μία λίστα με όλα τα πολιτικο-κοινωνικο-οικονομικά βιβλία ΚΑΙ κόμικ που έχω διαβάσει, ακουμπήσει ή κοιτάξει από απόσταση στη ζωή μου ώστε να ψάξετε για αποτυπώματα και πηγές γνωσιακής μόλυνσης. Επίσης σας χαρίζω έναν τσελεμεντέ με λαχταριστές λιχουδιές από τα δωδεκάνησα, κάποτε τον ακούμπησε ένας γείτονας που δεν τον χωνεύω και θέλω να προσαχθεί και αυτός για συνέργεια. Μπορείτε μετά να τα κάψετε στο ΣΥΝΤΑΓΜΑ όπως κάποιος παλιός σας συγγενής. Ο λόγος που γράφεται με κεφαλαία είναι γιατί σε αυτό υπόκεινται μόνο όσοι είναι μαλάκες με περικεφαλαία. Οι κοινοί θνητοί δηλαδή, όχι, όχι εσείς, ήρεμα..

Πριν το τέλος, θα αυτοτηλεκανιβαλιστώ (μπορεί να μου κόψω και καμιά δαγκωνιά κανονική, για το εφέ), θα στείλω φωτογραφίες μου και προσωπικά αντικείμενα σε όλα τα κανάλια, καθώς και μια τρύπια κάλτσα του παππού μου του Ιορδάνη που δεν την ξεπλένει ούτε ο συνονόματός της ποταμός, αδειάσειστο στοιχείο των βρωμερών μου καταβολών. Δεν θα τους δώσω άλλα στοιχεία όμως, πάντα με εντυπωσιάζουν με την επινοητικότητά τους. Πεθαίνω να δω τι θα συμπεράνουν. Τι θα δημιουργήσουν. Γιατί αυτοί είναι οι πραγματικοί καλλιτέχνες των καιρών μας, αυτοί που δημιουργούν τέχνη με τόσο άμεσο και τεράστιο κοινωνικό αντίκτυπο. Τους θαυμάζω.. Και όπως λέει και ο γνωστός καλλιτέχνης Θ. Π., (αρχικά για να μην τον στοχοποιήσω και τον μαντρώσετε κι αυτόν) "τον πιάσαμε τον κλέφτ'!"

Ο ένοχος

ΥΓ. Θέλω να στείλω την βαθειά μου εκτίμηση στους αφεντικούς σας, τους λύκους που φυλάνε τα πρόβατα. Αντιλαμβάνομαι ότι το κόλπο βγάλε-τρομοκράτες-η-ο,τιδήποτε-άλλο-φανταχτερό-τώρα-για-να-κρύψουμε-όλη την σαπίλα-και-τις-λαμογιές-το-ΔΝΤ-το ξεπούλημα-και-την-ξεφτίλα-ΚΑΙ-κάντους-πρωτοσέλιδο-γιατί-μόνο-τα-πρωτοσέλιδα-διαβάζουν-τα-πρόβατα είναι φοβερό, εντυπωσιακό πραγματικά. Για αυτό και γω (αυτο)θυσιάζομαι στον βωμό και υποκλίνομαι στον λύκο. Του βγάζω την ρασταφάρι περούκα μου. Ως έμπρακτο δείγμα των προθέσεών μου κρατάω στην ομολογία μου την αναλογία ουσίας και περι-ουσίας (για αυτό δεν πρόκειται?) σταθερή και ίδια με αυτή που μας ταϊζουνε..

Wednesday, April 7

στιγμές


δάχτυλα παγωμένα, σαν την ψυχή, ένας άνεμος σε ένα κλειστό δωμάτιο, ένα ρυάκι πάνω σε μιαν έρημο ξερή. ψίθυρος σε μια διαδήλωση, απελπισμένη κραυγή που σκίζει μία νεκρική σιωπή. ξένες λέξεις μιας ξένης γλώσσας. ξένοι άνθρωποι μιας ξένης πραγματικότητας. δέρμα που θέλει να αποχωριστεί το σώμα, σκέψεις που δεν χωράνε σε αυτό το μπουκάλι. πόθοι που δεν χωράνε σε αυτό το μπουκάλι. πόθοι που λυπημένοι απορρίπτουν την πραγματικότητα. ανάγκη για πραγματικότητα, ανάγκη για το πιο άπιαστο όνειρο. δάχτυλα μουδιασμένα, ποτάμι από κραυγές που πνίγονται στο πιο υπόγειο ρεύμα που μισεί το φως. μισεί το προφανές φως, το προσποιητό, το προσιτό, το διαθέσιμο. που ποθεί το φως που τυφλώνει την ύπαρξη και ρίχνει χαστούκι σε όλες τις αισθήσεις σαν παγωμένο νερό την πιο ζεστή μέρα του καλοκαιριού. στιγμές που αυτοκτονούν ομαδικά, προς αποφυγή μια κοινότυπης και προβλέψιμης κακοποίησης. του κραυγαλέου βιασμού της αυθεντικότητας. κραυγές που μισούν την φλυαρία. μισούν το κάλπικο χαμόγελο και τις κοινότυπες χειρονομίες. κραυγές που θέλουν να γίνουν φράσεις και να εξηγήσουν στους φίλους τι κρύβουν πίσω από τους ακατανόητους μορφασμούς. μα πάντα αποτυγχάνουν, πάντα βρίσκουν τον χειρότερο τρόπο να τρυπώσουν στο πιο σκοτεινό και μοναχικό λαγούμι της ψεύτικης πραγματικότητας και να μεταμφιεστούν σε εκατομμύρια συγκαταβατικές στιγμές, που απελπισμένες αγκομαχούν να φιλήσουν την εύθραυστη επιφάνειά της. να την καταστρέψουν και να περπατήσουν γυμνές, χωρίς φόβο, στην απέραντη παγωμένη λίμνη της μοναδικότητας των αληθινών στιγμών. στιγμές που κάθε στιγμή αυτοκτονούν χωρίς κανέναν να δακρύσει για αυτές. διαφυλάσσοντας απλά την αξιοπρέπειά τους, αυτήν που δίνει λόγο στην ύπαρξή τους. ένα πανέμορφο περιβόλι από αξιολύπητες μοναδικές υπάρξεις, ένα σύμπαν από άπειρες ανάξιες κηδείες. ένα ξερό σύμπαν χωρίς ούτε ένα δάκρυ, ένας απέραντας κάμπος, σπαρμένος με στεναγμούς χωρίς αντίκρυσμα

Saturday, March 20

η σφήνα

όλα τα ποτάμια χύνονται στην θάλασσα
μα η θάλασσα ποτέ της δεν γεμίζει
σαν άπληστη χαβούζα που μουγκρίζει
σαν στο ζενίθ της κι άλλη τρούφα της πετάς
είναι ο ορίζοντας πουλιά γεμάτος, θολωμένος
που τα φτερά τους, δυο εραστών μετράνε τη σκιά
μα είναι σφηνωμένα σε κλουβί, μια μοιρασιά
μια σπιθαμή της σκέψης, μίας ζωής αξία
αδέσποτης ελπίδας παρωδία
πάλι αυτή η ύπουλη πουτάνα, η ελπίδα
καθρέφτης αραχνιασμένου ονείρου
ή αραχνιασμένος καθρέφτης του εαυτού της;
της θέλησης παράνομο εξώγαμο
της ύπαρξης μονάκριβο τεφτέρι
μα να η πραγματικότητα, μπαγάσας και ρουφιάνος
που πελεκάει μέρα τη μέρα τον καθρέφτη
τον τσακίζει σε αδιέξοδα κομμάτια
τον φυτεύει στο κορμί τους σαν φαρμάκι
καταβροχθίζει την πολύτιμη στιγμή τους
όπως θα λέγαν μερικοί, την τρώει σαν το σαράκι
και με λιωμένα τα φτερά την κατηφόρα παίρνουν πάλι

Sunday, February 21

Κορμοράνοι με κιμά

δυο κόκκινοι νάνοι
χιλιάδες αυνάνοι
κυρές με γούνες
μπάτσοι με φούντες
τσιμέντα και τσάι
για δες τι φοράει
βαλβίδες στο στόμα
χιλιάδες στο χώμα
γραβάτες και φράκα
βουτάνε στη φάκα
κλητήρες με ούζι
πρεζάκια στο μπούζι
μικρές παρωδίες
χοντρές μου κυρίες
σπουργίτια στο κρύο
βροχή στο κρανίο
στους τρεις οι δυο σπιούνοι
κι ο φάντης μπαστούνι
και συ στο αρχείο
μπροστά στο θηρίο
- τι θέλεις, να ζήσεις;
- μπορώ; θα με αφήσεις;
θα πάω να πάρω
ταξί με τον Χάρο
φαϊ παγωμένο
κορμί κουρασμένο
τα μάτια δεν βλέπουν
παρά όσα υπομένουν
μελί το κρασί
στην άλλη ζωή
και η αθωότητα
έχει κάπου χαθεί

Thursday, January 21

Ωραία και μοιραία

είναι η Αθήνα μια φαντασμαγορία!
σαν περπατάει εκεί βλέπει κανείς
τέτοια θεάματα που δεν μπορείς να φανταστείς...

βλέπει κορίτσια λυγερά
πάνω σε ξυλοπόδαρα λεπτά
να γέρνουν μπρος στο βάρος
μιας τεράστιας σακούλας, Ζάρας Μάρας
κάτω απ'το κανονικοποιημένο καλλιτέχνημα
μίας Ερμιανής ινδιάνικης κιθάρας

βλέπει αγόρια αφ'υψηλά, σαν παγωμένα άσπρα νερά
όλο μαγκιά, εχμ, παλικαριά, χρυσό σταυρό στο στέρνο
κλανιά, ως λέγεται η ευφράδεια στο μοντέρνο
κι εξάτμιση, χίλια ευρώ και έξι τετράγωνα στο πόδι
με τα γραμμάτια στη σειρά, χαμόγελα αληθινά
μισή ντουζίνα δάνεια κι ελευθερία γεμάτοι
φουλ του χρέους με παπάδες που βλογάνε κοτσωνάτοι

βλέπει νεολαία ζωντανή
γελάει πολύ, γεμάτη νάζι και σπιρτάδα
μήπως γελάει πάρα πολύ;
μα τι είναι αυτά, λίγο ντροπή! -συγγνώμη
αφού μασάει λα βας κι ρι, βάζει σακάκι αρμανί
και φέρνει τσάρκα στη βουλή πριν βγει στην παραλία
μία το μήνα όχι πολύ, δεν είναι η ουσία στο πολύ
μα να 'ναι μία και γερή, το κάψανε το μαγαζί
περάσανε ωραία...
είναι το φλερτ αθώο και πρακτικό
ταιριάζουνε τα ρούχα τους;
τα αυτοκίνητά τους;
καλό παιδί; είναι γιατρός!
άντε και στα δικά μας...

βλέπει στην τηλεόραση ειδήσεις με ουσία
έχουμε Ιράκ, Αφγανιστάν, η Βίσση συχνουρία!
και όλη μέρα νόημα ξερνάει το τζαμάκι
τόσο που μαστουρώνουνε και είναι όλοι φευγάτοι
και στάζει το σαλάκι τους, λερώνει τη φλοκάτη
και όσο αυτοί κι ίσως και μεις στην ίδια στάση
στους ηλίθιους, σαν ηλίθιοι, βαράνε προσοχή
αυτοί οι ηλίθιοι όλοι μαζί, τα κάνουνε Βαγδάτη

βλέπει ένα λαβύρινθο σε γκρι
μα τόσο γκρι που έρχονται από μακριά για να τον δούνε
με ένα πινέλο όλοι, χέρι χέρι, αγαπημένοι
στο άλλο χέρι έναν κουβά, με χρώμα γκρι, μα φυσικά
γούστο βαθύ, σουρεαλιστή, και εμπειρία μπετατζή
τα άλλα χρώματα γρήγορα να χαθούνε

είναι οι άνθρωποι των Αθηνών ρομαντικοί
χμ, ίσως υπερρομαντικοί, στη σφαίρα του μοιραίου
την πόλη τους σαν βάψανε στο χρώμα του ουρανού της
αλλά, κατηγορεί κανείς ποτέ τον εραστή του ωραίου;

Friday, January 8

γκρίζα μαλλιά

σκόνταψα, μάτωσα το μυαλό μου, ευτυχώς
ξεμούδιασε μετά από καιρό το σώμα
φυλακισμένος μες στα πέπλα ενός ονείρου
με ένα φάντασμα της σκέψης μου, δεσμώτης από χώμα

η προσμονή χαρίζει ψευδαισθήσεις
κι αυτές με την σειρά τους σπέρνουν φως
σαν προσδοκίας λαμπρόθαμπη ηλιαχτίδα
στης ψεύτικης ελπίδας τον δρυμό

δεν είχα ούτε μία γκρίζα τρίχα στην ψυχή μου*
μα η καρδιά μου τρομαχτικά είχε ζωστεί
τόσο που γκρίζο είχε ντυθεί το αίμα
οι φλέβες σαν νεκρό έλατο, σταχτί

τσαλαπατώντας στα σταχτιά άλλη μια νύχτα
βγήκε μπροστά μου ένα φεγγάρι κοφτερό
ήξερα τότε πως έτσι δεν θα φέγγει πάντα
ή μία μέρα δεν θα μπορώ πια να το δω

για αυτό σου λέω φίλε μου, να κρίνεις
μόνο ό,τι αξίζει στην ψυχή σου να φυλάς
υπερεκτιμημένους θησαυρούς κει να μην κρύβεις
τρίχες νεκρού σαν τα παλιά χρυσά φλουριά

όσο για κείνους που δεν είδαν από φόβο
ή που αχάριστα δαγκώσανε και τρέξανε μακριά
για όσα έδωσες από καρδιάς, χαμόγελο όμοιο φορα
όπως και για κείνα που δεν έλαβες ποτέ

* Vladimir Mayakovsky

Sunday, September 20

γάμος

όχι άλλοι χαμελεοντικοί παλιάτσοι
όχι άλλα δίποδα κοράκια πλαστικά
δεν θέλω άλλους γελαστούς χαφιέδες
ούτε αέναες συλλογές από μαυρόσκαφτους λεκέδες

δεν θέλω δόντια που να βιάζονται να αστράψουν
πόθους τσαλακωμένους, χιλιοδιπλωμένους που τρομάζουν
απωθημένα και ανάσες μισακές και φοβισμένες
να μην μυρίζω πια, δάκρυα ζυμωμένα με κρασί και αμανέδες

απομιμήσεις και ημίμετρα παντού
απέραντη του ανθρώπου παρωδία
δυο χέρια δίπλα δίπλα στο χορό
μα το κενό ανάμεσά τους μια απάνθρωπη ιστορία

πόσο όμως θέλω μουσικές αληθινές
ένα κουβάρι βρώμικα σεντόνια
μια ματιά που ξέρει την σιωπή να αγαπά
που ξέρει ότι η φωτιά της είναι αιώνια

βλέμμα που δεν φοβάται την βρωμιά
την αγκαλιάζει σαν δικό του ταίρι
την μαύρη ασχήμα και την λαμπερή ομορφιά
παντρεύεται και μου κρατάει το χέρι

Thursday, September 3

το έπος του δειλού

κύριε εσύ με την στολή, την γουρουνίσια κεφαλή
δώσ'μου μονάχα έναν παρά και χάρισμά σου η καρδιά
δώσ'μου ενα ξερό καρβέλι, θα σε λέω και λεβέντη
συ χακί μου νταβατζή, εκμεταλλευτή κι αφέντη

μια ηλαχτίδα εγώ να δω; συγγνώμη, μην τσινίζεις
θα το ξεχάσω εγώ κι αυτό, θα τρώω ό,τι μου δίνεις
γιατί φοβάμαι που μιλώ, φοβάμαι που αναπνέω
μα απ'όλα πιο πολύ εγώ, φοβάμαι που φοβάμαι

τους άλλους κοίτα να χτυπάς, ιδίως τα κοριτσάκια
μα εμένα να με προσπερνάς, δεν έκανα τον μάγκα
μήτε έκανα τον άνθρωπο, απ'όσο πια θυμάμαι
χαιρετισμούς στα αφεντικά, κι έγνοια σου, θα κοιμάμαι

για αυτό εμένα μην κοιτάς, για σας να μην υπάρχω
φαϊ και ύπνος και σκατά, ένας δειλός στο βάθος
χτύπα μονάχα κείνη εκεί, που ακόμα είναι ζωντανή
που μου φωνάζει "ξύπνα πια!" και μου λερώνει το παρμπρίζ

γιατί αυτή φοβάμαι πιο πολύ και από σένα
εκείνο το αγριεμένο της το βλέμμα
με αυτό με έγδυσε αυτή σε μια στιγμή
με έλουσε με έναν ιδρώτα, όλο ντροπή

χτύπα λοιπόν, εγώ θεατής επικροτώ
να την κοιτάξω ούτε στιγμή πια δεν μπορώ
γιατί φοβάμαι τόσο, τι να κάνω;;
φοβάμαι απ'τη ντροπή αυτή πως θα πεθάνω

- Αφιερωμένο σε κάτι "παλικάρια" που κλεισμένα στο
αυτοκίνητό τους σφύριζαν αδιάφορα και σε έναν
ψαρά που του έφαγε η γάτα την τρομαγμένη του γλώσσα.
Και σε όλους εμάς, για όσες φορές απλά κοιτάμε αλλού
και πείθουμε τους εαυτούς μας ότι όλα είναι καλά...
Κυρίως όμως αφιερωμένο στην Ν.

Tuesday, July 21

το θηρίο

φοβάμαι το θηρίο
είναι μια σπιθαμή, κι είναι βουνό
τα μάτια του είναι γλυκά
τα νύχια του είναι ο πιο αβάσταχτος ο πόνος
κάνει το θάνατο να μοιάζει σωτηρία
γεννιέται μέσα μου τη νύχτα
μεσα σε αναθυμιάσεις βρώμικες
δίπλα σε πόθους μου παλιούς
σε χάδια αδικημένα
σε λάθη άπειρα μετανιωμένα
αρπάζει της ψυχής μου τα καλύτερα κομμάτια
στο φως του ήλιου φαίνεται το τρομερό του έργο
σαν τα κενά απ'τα κομμάτια μου ματώνουν
μα το αχόρταγο θηρίο αδημονεί
τρέφεται απ'τον πόνο και τη θλίψη μου
τρέφεται από τις ελπίδες μου
μα ο αγαπημένος του μεζές
δεν είναι άλλος απ'τα πιο όμορφα όνειρά μου
πώς να το σταματήσω πια δεν ξέρω
όταν τα πάντα μου, ανεπαρκή, ατονούν
κι η ψυχή ζυγίζει όσο ένα άγγιγμα
γιατι το θηρίο έχει το δικό μου πρόσωπο
και τα δικά σου μάτια
φοβάμαι το θηρίο
γιατί ξέρω ότι θέλει δυο για να πεθάνει

Friday, May 22

Ο Χρόνος δεν έχει φίλους

Ο Χρόνος δεν έχει φίλους
δεν έχει χρώμα, οσμή και γεύση
δεν έχει χέρια μα σε χαϊδεύει
ή σε γραπώνει σαν θελήσει
δεν έχει μορφή μήτε έχει μάτια
μα την μορφή χαρίζει
λίγο πριν να την κλέψει
το δέρμα κάνει πιο σκληρό
τα μέτωπα και τις ψυχές χαράζει
του πιο πολύχρωμου καμβά
το χρώμα ξεθωριάζει

είναι αυτός ο καπετάνιος
της αντίφασης της πλάσης
μες στα μπαγκάζια του το φως,
ο έρωτας, ο φόβος και το σκότος
τα μαύρα αμπάρια του από δάκρυα ξεχειλίζουν
κι είν'το κελάρι του γιομάτο από βαρέλια
μέσα ψυχές που περιφέρονται γυμνές
σαν μερακλώσει πιάνει και γεμίζει ένα μπουκάλι
και στο κατάστρωμα κοιτώντας το φεγγάρι
αφού το βαφτίσε ζωή, το πίνει στην υγειά του

σαν θα στερέψει από των στιγμών το νέκταρ
θα ψιθυρίσει στο φεγγάρι να πλαγιάσει
ξαπλώνει ανάσκελα πάνω στο αφρισμένο κύμα
το άγριο το μεθύσι του να διώξει
ώσπου να ανθίσει η ρόδινη η αυγή
και στο κελάρι του ξανά να κατεβεί

ο Χρόνος δεν έχει φίλους
έχει τρομαγμένους εχθρούς, φυλακισμένους στο κελάρι
και μερικούς σοφότερους που να μάθουν προσπαθούν
να απολαμβάνουν το κρασί τους
και να του κρατούν καλή παρέα

Tuesday, May 19

Ελεύθεροι Σκλάβοι (Οι Ανθρωποφάγοι)

κι άμα πέρασαν τα χρόνια
ήρθαν κι έλιωσαν σαν χιόνια
στο νερό δεν καθρεφτίζει
των ανθρώπων η συμπόνοια

ήρθε θέρος και χαλάζι
το μουλάρι να μουγκάζει
τόσα στάχια να το δέρνουν
το δεμάτι και μαράζι

αυτοί λένε πως σοφαίνουν
σαν το δέρμα τους μαραίνει
λίγοι όμως άλλιώς ξέρουν
κι όσο προχωρούν σιωπαίνουν

οι μεν ψάχνουν να δαγκάσουν
λυσσασμένοι βρωμεροί
και τον κώλο τους ν'αγιάσουν
μύρος, δίκαιο και ραβδί

σαν πεινάς, πονάς, κοπιάζεις
θα σε στείλουν να σφαγιάζεις
πίστευε και μη ερεύνα
και Θα έχει και για σένα

μες στην ιστορία ιδρώνεις
μιαν ακτίδα για να δεις
κείνου του όμορφου του ήλιου
της ανάσας της αυγής

μα από πόρφυρα ρυάκια
κι απ'του ζώου το ουρλιαχτό
ξεχειλίζει σαν ηφαίστειο
κόκκοι άμμου στο γιαλό

μελωδία αρρωστημένη
κάθε χτύπος και καρφί
σαν το πιο μεγάλο δώρο
το κρατάς μες στο κλουβί

είναι αυτή η βαριά σκλαβιά μας
όχι τα όπλα και οι θεσμοί
δυο υποταγμένα μάτια
μια μικρή, δειλή ψυχή

είναι αυτή που τον τσιγκλάει
τον φτωχό στην χαραυγή
μπρος και χάμου σαν κοιτάει
το φεγγάρι να αγνοεί

κι άμα πέρασαν τα χρόνια
ήρθαν κι έλιωσαν σαν χιόνια
στο νερό τους καθρεφτίζει
των ανθρώπων η διχόνοια

Wednesday, February 25

Snail's tale

open your eyes
crumble through dirt
just let the white sun
play his wayward game

plunge in a river
of golden sand streams
breath in the air
as the river goes up, in the night

stare at the Universe
between your fingers
gaze at the spiral
adorning this snail in a haze

those ruby stars
are the sky's precious garments
how did you steal
the right to escape in disgrace?

look away little man,
just look away
look away and avoid
all the beauty and the pain

just close your eyes
crumble through dirt
crawl to the the blackest sun
and pay off your debt
look away...

look away little man,
it's so easy to just look away
look away and avoid
all of the beauty and the pain

...nothing is really there anyway

Friday, February 20

Ελπίδα

εσύ στη γωνία με τον λευκό σου μανδύα, σου μιλάω
γέρνεις πάνω στου χαμόσπιτου την βρώμικη την πέτρα
ξέρω γιατί χαμογελάς σαρδονιακά
ξέρω γιατί η βροχή χαϊδεύει τα μαλλιά σου
αλλά ποτέ της δεν τολμάει να σου τα βρέξει
όταν τα γόνατα μου είναι βουτηγμένα
στα πιο άθλια και βρωμερά λασπόνερα
σε χαζεύω σαν αιωρείσαι από πάνω μας
σαν μας χλευάζεις όλους εμάς τους μουσκεμένους
το σκουλαρίκι σου από ειρωνία είναι καμωμένο
σκουρόχρωμο και παγερό σαν τα δυο μάτια σου
που παλιά νόμιζα ότι Ζωή μέσα τους κρύβουν
πίστευα βλέπεις πως αν είχαν,
θα 'πρεπε να 'ναι λαμπερά,
σαν την Ζωή, αυτή έτσι δεν είναι;
τι άλλο εκτός από τον δροσερό πρωινό άνεμο
που σφυρίζει και βρυχάται σαν θηρίο
σ'ένα δάσος πυκνό, από έλατα γεμάτο
ή στα σοκάκια κάποιας ξένης γειτονιάς
τι άλλο εκτός από μια ακτίδα ήλιου
που χρυσαφιά χοροπηδάει μες στα φύλλα
σαν τα φλερτάρει, όλα στρέφουν να την δουν
κι όταν το μέτωπό μου αγκαλιάζει όλα ζηλεύουν
τι άλλο εκτός από την πιο όμορφη μουσική
που ποτέ έχει ακουστεί
μα ο άσπρος σου ο μανδύας, όλα αυτά
σε μια στιγμή πόσο άχρωμα τα κάνει
σαν με πλησιάζεις και μ'αυτόν το φως μου κρύβεις
ξέρω της Ματαιότητας εσύ πως είσαι η κόρη
κι όσο κυλάει ο τροχός μου, με τρόμο φοβερό
σιγά σιγά μαθαίνω να προφέρω το όνομά σου
σαν στο αυτί μου τα χείλη σου το σιγοψιθυρίζουν
"είμαι η Ελπίδα"

Friday, February 13

Wednesday, January 14

Boycott Israel


Ασχέτως αν κάποιοι συμφωνούν οι διαφωνούν με την αποτελεσματικότητα του μποϋκοτάζ, ακολουθεί μια λίστα με όσες Ισραηλινές (ή με οικονομική συσχέτιση με το Ισραήλ) εταιρείες μπόρεσα να βρω.. Ξέρω είναι πολύ δύσκολο να μην πίνουμε κόκα κόλα και να μην απολαμβάνουμε τον καφέ μας με τα κυριλέ μας ρούχα στα starbucks, και ζητώ συγγνώμη για τις υπερβολικές απαιτήσεις εκ των προταίρων..







Gun in one hand, Starbucks in the other - ready to dominate the world..
Soldiers posing in front of the first makeshift Starbucks store in Afghanistan,
made from a shipping container [Oct 2004]
Source: http://www.boycottwatch.org/misc/starbucks4.htm