Thursday, April 19

Ωδή στο κρίμα

Περιπλανώμενος σε έρημο υγρή και ανθισμένη
την Όαση γοργά αποχαιρετάς και λυπημένα
απεγνωσμένα ψάχνοντας να βρεις αυτόν τον κόκκο άμμου
την δίψα σου να σβήσεις

Αλλά κοιτάς πολύ ψηλά και δεν τον βρίσκεις
περήφανος διαβαίνοντας, σαν κόκορας ευνούχος
χωρίς κοτέτσι, χωρίς λυρί, χωρίς φωνή

Ήρθαν και σου 'παν ότι η Όαση δεν είναι πια για σένα
ότι στην άμμο αν κυλιστείς να γίνεις ένα
εκεί θα βρεις και τη δική σου Ιθάκη
γιατί και συ σαν κόκκος άμμου τριγυρνάς όπου σε πάει ο αέρας

Και συ τους ευχαρίστησες φιλώντας τους το χέρι
και σιωπηλός μα πρόθυμα, χάρισες την ψυχή σου
ακούγοντας κάπου στο βάθος ένα κλάμα γοερό
και σπαραγμό φριχτό της μάνας σου που πια τα μάτια κλείνει

Και ξάφνου ξύπνησες με πόνο τρομερό παντού και διψασμένος
σαν το δελφίνι σπαρταρώντας στην ξηρά
να αναπνέεις σταματάς συνειδητά για να πεθάνει ο πόνος
γιατί κατάλαβες ότι η Θάλασσα έχει χαθεί για πάντα.